- Την αναγκαιότητα οργάνωσης και συντονισμού κατοίκων, πρωτοβουλιών και συλλογικοτήτων, για την πρόληψη και την αντιμετώπιση όχι μόνο μιας πυρκαγιάς αλλά και κάθε προσπάθειας καταστροφικής παρέμβασης από ιδιωτικά, επιχειρηματικά, εκκλησιαστικά, κρατικά ή τοπικά συμφέροντα στο δάσος και στο ευρύτερο πράσινο. Μεγάλη σχέση με τα παραπάνω έχουν τα θέματα που αφορούν την ισχύουσα Νομοθεσία: α. Τα Π.Δ. που αφορούν το Γουδή και β. Ο Νόμος 4280/2014 που αφορά τα δάση
Δηλαδή, με άλλα λόγια, η κρίσιμη κατάσταση στην οποία βρίσκονται πολλές περιοχές από άποψη οικολογικής ισορροπίας, επηρεάζει την σταθερότητα διπλανών περιοχών, επιδεινώνοντας ουσιαστικά όλους τους περιβαλλοντικούς παράγοντες, για παράδειγμα οδηγώντας σε πλημμυρικά φαινόμενα με παράσυρση εδαφών –φερτών υλικών στα χαμηλότερα μέρη και ταυτόχρονα μείωση της ποσότητας του νερού των πηγών. Επηρεάζει την σταθερότητα των υδρολογικών λεκανών απορροής, των πηγών, την βιοποικιλότητα, και συνολικά τη σταθερότητα του οικοσυστήματος. Η επιστημονική προσέγγιση λέει ότι για να υπάρξει δυνατότητα αποκατάστασης της οικολογικής ισορροπίας των ορεινών υποβαθμισμένων δασικών εκτάσεων (όπως κι η δικιά μας εδώ στον Υμηττό) χρειάζεται:
- παρακάμπτουν το κράτος άρα και τον στοιχειώδη δημοκρατικό κοινωνικό έλεγχο πάνω στην δασική πολιτική, στο ποιοι νόμοι θα ψηφιστούν, πού θα πάνε οι χρηματοδοτήσεις, με ποια κριτήρια, με ποιες προτεραιότητες, σε ποιες περιοχές
- Σε ποιόν ανήκουν τα Δάση, τα άλση, κλπ.
Ειδικά στις γειτονιές μας πρέπει να μας απασχολήσει και το θέμα της αναβάθμισης του πρασίνου (ειδικά στις πλατείες που έχουν ολοκληρωτικά καταληφθεί από τσιμέντο και τραπεζοκαθίσματα καταστημάτων), επέκτασης των χώρων πρασίνου, πάρκων, κλπ σε συνδυασμό με άλλα μέτρα περιπάτου και αναψυχής (τραπεζόπαγκους, ποδηλατόδρομους κλπ).
Το αστικό πράσινο στην Ελλάδα, εδώ και δεκαετίες αντιμετωπίζεται ως ζήτημα αισθητικής και ως συμπληρωματική παρέμβαση εξωραϊσμού των αστικών κέντρων και όχι ως βασικός περιβαλλοντικός παράγοντας, στα πλαίσια μιας βιώσιμης πόλης. Το περιαστικό πράσινο από την άλλη, είναι στην ουσία τα βουνά εκείνα που σώθηκαν από την οικοδόμηση, όχι ως αποτέλεσμα κάποιου χωρικού σχεδιασμού αλλά λόγω ακαταλληλότητας για άλλη χρήση.
Στα τελευταία χρόνια της επικράτησης των νεοφιλελεύθερων πολιτικών, έχει νομιμοποιηθεί πλήρως η επιχειρηματική εκμετάλλευση των κοινόχρηστων χώρων και των περιαστικών δασών, ως μόνης ρεαλιστικής λύσης επιβίωσης των ελάχιστων πνευμόνων πρασίνου.
Ξένοι περιηγητές, που έρχονται στην Αθήνα κατά την Τουρκοκρατία, συναντούν μία μικρή πόλη ανάμεσα σε γυμνούς και άδενδρους λόφους. Τυπικό είδος που συναντούν ως καλλωπιστικό στοιχείο είναι ο φοίνικας. Την κατάσταση αυτή συναντάει και το νεοσύστατο Ελληνικό Κράτος στη δεκαετία του 1830, η οποία και θα παραμείνει αναλλοίωτη για τέσσερις δεκαετίες ακόμα. Με μόνη διαφορά την εκρίζωση των φοινίκων από τον Όθωνα, καθώς παρέπεμπαν στο ανατολίτικο παρελθόν μας. Πρώτη πράσινη επιφάνεια θα είναι ο Βασιλικός Κήπος, κατά την περίοδο του Όθωνα ως περιβάλλων χώρος των ανακτόρων και όχι ως αστικό πράσινο.
Στα 1877 το Τμήμα Δασών του Υπουργείου Οικονομικών επιχειρεί την πρώτη αναδάσωση στο λόφο του Αρδηττού, γύρω από το Στάδιο, με κωνοφόρα, κυρίως πεύκα, κατά τα μεσευρωπαϊκά πρότυπα. Κοντά στο Ζάππειο λειτουργεί το πρώτο δασικό φυτώριο με νερό του Ιλισού. Αμέσως μετά ακολουθεί η αναδάσωση του Λυκαβηττού από τη βόρεια πλευρά, πάνω από τον Αγ. Νικόλαο. Η αναδάσωση συνεχίζεται στο λόφο του Φιλοπάππου και την Ακρόπολη.
Το αναδασωτικό αυτό έργο εντός του ιστού της πόλης, συμπληρώνονταν από ένα φιλόδοξο σχέδιο δημιουργίας περιαστικού πρασίνου, τόσο εκτεταμένου όσο σε καμία άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Στις υπώριες του Υμηττού σχεδιαζόταν το Μέγα Άλσος των Αθηνών από την Αγία Παρασκευή ως τον σημερινό μας Βύρωνα. Στη βόρεια πλευρά της πόλης θα δημιουργούσαν το Βόρειο Αλσος των Αθηνών 3.000 στρ. (από Ν. Φιλαδέλφεια μέχρι το Ίλιον-Πύργος της Βασιλίσσης). Δυτικά ο Ελαιώνας (9,000 στρ). Η δε Πειραϊκή χερσόνησος και μεγάλο μέρος της παραλιακής ζώνης της Αττικής (από το ύψος του Σταδίου Ειρήνης και Φιλίας έως τη Βουλιαγμένη), εμβαδού 15.000 στρεμμάτων περίπου, είχε κηρυχθεί ως αναδασωτέα για τη δημιουργία πράσινου μετώπου προς τη θάλασσα.
Ήδη από την πρώτη στιγμή, αυτά τα σχέδια βρήκαν μεγάλες αντιδράσεις από φερόμενους ιδιοκτήτες των εκτάσεων, ενδεικτικά αναφέρεται ότι ο χώρος όπου βρίσκεται το άλσος Συγγρού στα Ιλίσια, διεκδικούνταν από τη μονή Πετράκη, που απαγόρευε την αναδάσωση, ενώ το λόφο του Φιλοπάππου διεκδικούσε ο Αυστριακός πρόξενος, προβάλλοντας εμπόδια στην αναδάσωσή του. Για την στήριξη αυτού του έργου, η ανερχόμενη και δυτικοθρεμένη αστική τάξη, ίδρυσε τη Φιλοδασική Ένωση Αθηνών το 1899 με σκοπό την αναδάσωση χέρσων εκτάσεων, την ανάπτυξη της φιλοδασικής συνείδησης και την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος. Η ΦΕΑ ιδρύθηκε από τον τότε Υπουργό Οικονομικών Φωκίωνα Νέγρη, τον μηχανικό Ανδρέα Κορδέλλα και τον δασολόγο Κωνσταντίνο Σάμιο με την ενεργό στήριξη των ανακτόρων.
Όπως προαναφέρθηκε, το έργο αυτό βρήκε μεγάλες αντιδράσεις από ντόπιους και ξένους πρώιμους καταπατητές της δημόσιας αττικής γης. Σημειωτέον ότι στο οθωμανικό δίκαιο η γη δεν μπορούσε να ανήκει σε κανέναν άλλον παρά στο δημιουργό της, στο Θεό και ως εκπρόσωπός του επί γης, ο Σουλτάνος τη διαφέντευε. Ωστόσο με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, παρά το γεγονός ότι ως διάδοχο του οθωμανικού, η γη θα έπρεπε να είναι αποκλειστικά δημόσια περιουσία, κοτσαμπάσηδες, “εθνικοί ευεργέτες”, εκκλησία, ξένες εταιρείες, βασιλείς και παρατρεχάμενοι, επιδόθηκαν σε ένα άνευ προηγουμένου πλιάτσικο.
Πέρα από τη δάσωση κάποιων λόφων της πρωτεύουσας εν τέλει, όλος ο υπόλοιπος σχεδιασμός ανατράπηκε. Καταλύτης στην ανατροπή του μεγαλόπνοου αναδασωτικού προγράμματος υπήρξε η Μικρασιατική Καταστροφή του '22 και η εγκατάσταση των προσφύγων σε εκτάσεις πέραν του αστικού ιστού (προϋπόθεση για την εγκατάσταση των προσφυγικών συνοικισμών ήταν να απέχουν 3 χλμ από το όριο της Αθήνας... κάτι μας θυμίζει αυτό τώρα). Από το Μέγα Άλσος απέμεινε το Άλσος Συγγρού και το Αλσος Παγκρατίου (που ήταν τα φυτώρια για τις αναδασώσεις). Βόρεια υλοποιήθηκε μόνο το Άλσος Ν. Φιλαδέλφειας. Η κατάσταση στον Ελαιώνα είναι γνωστή. Ενώ αντίστοιχα εδάφη στα νότια προάστια, διατέθηκαν για τη γεωργική αποκατάσταση των προσφύγων.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, η πορεία για την αττική φύση και για την πόλη των Αθηνών ήταν καταστροφική. Οι οικοδομικοί συνεταιρισμοί δημιούργησαν συνοικισμούς σε δασικά κι αναδασωτέα εδάφη (βλέπε τις περιπτώσεις του Παπάγου, της Αργυρούπολης, της Γλυφάδας κ.ά.). Ενώ, αυθαιρεσιούχοι εγκαταστάθηκαν σε δασικά, αναδασωτέα, με το κράτος θεατή και –στο τέλος– επικυρωτή της παρανομίας (η Λαμπρινή, λ.χ., ήταν συνοικισμός αυθαιρέτων). Λόφοι ή βουνά εξαφανίστηκαν και ρέματα χάθηκαν.
Η επέκταση της Αθήνας εν τέλει κατέλαβε όλη την αγροτική γη που περιέβαλε τον αρχικό ιστό της πόλης. Κατέλαβε, επίσης, τα καλύτερα δάση που υπήρχαν στους πρόποδες των γύρω βουνών και σταμάτησε σε ορεινές εκτάσεις με κλίση εδαφών απαγορευτική για τη δόμηση. Ωστόσο ακόμα και σε τέτοιες εκτάσεις υπήρξε οικοδόμηση (πχ Καρέας και Πανόραμα Βούλας).
Όπως προαναφέραμε ο Υμηττός, ήταν άδενδρος ήδη από την οθωμανική περίοδο. Οι αναδασωτικές εργασίες των αρχών του 20ου αιώνα υποχώρησαν μπροστά στο μέγα κοινωνικό πρόβλημα της εγκατάστασης των μικρασιατών προσφύγων.
Κατά τη διάρκεια της γερμανικής Κατοχής ο Υμηττός υπήρξε θύμα υπερ-υλοτόμησης από τους κατοίκους των γύρω συνοικισμών. Με το τέλος του πολέμου, το 1945, επανεργοποιείται η ΦΕΑ και αναλαμβάνει δράση σε συνεργασία με τις δασικές υπηρεσίες του Υπ. Γεωργίας.
Με επίκεντρο την ερειπωμένη Βυζαντινή Μονή της Καισαριανής στην περιοχή φυτεύονται πάνω από τρία εκατομμύρια δένδρα σε μια έκταση 6.000 περίπου στρεμμάτων. Λατομεία καλύφθηκαν και δενδροφυτεύθηκαν, δασικοί δρόμοι διανοίχτηκαν, πλατείες και χώροι ανάπαυσης και αναψυχής διαμορφώθηκαν και τα κοπάδια αιγοπροβάτων απομακρύνθηκαν.
Οι πιέσεις όμως στον Υμηττό δεν έλειψαν και τα επόμενα χρόνια. Τόσο το κράτος (χωροθέτηση Πανεπιστημιούπολης Ζωγράφους τη δεκαετία του '60) όσο και διάφορα μικρότερα και μεγαλύτερα οικονομικά συμφέροντα συνέχισαν να βυσσοδομούν μέχρι το 1975 που με το νέο τότε Σύνταγμα καθορίζεται πρώτη φορά ότι η προστασία του Περιβάλλοντος είναι υποχρέωση του Κράτους (υπονομευμένη ωστόσο με την διατύπωση πως τα δάση μπορούν να αλλάξουν προορισμό για λόγους εθνικής οικονομίας και δημοσίου συμφέροντος) και εν συνεχεία με το ΠΔ του 1978 θωρακίστηκε προσχηματικά και στοιχειωδώς ο Υμηττός από την περαιτέρω οικοδόμηση (σε μεγάλο όμως τμήμα στην υπερκείμενη του Βύρωνα έκταση του βουνού, χαρακτηρισμένο ως Ζώνη Β, ήταν ακόμα επιτρεπτή η οικιστική χρήση).
Το φυσικό μας περιβάλλον υπήρξε πάντα σε σχέση υποτέλειας με τα εκάστοτε οικονομικά και επιχειρηματικά συμφέροντα. Την εποχή της μεγάλης ανοικοδόμησης για παράδειγμα, η δασική νομοθεσία ήταν αντίστοιχα προσαρμοσμένη (αλλαγή προορισμού του δάσους για λατομικές εγκαταστάσεις και οικοδομικοί συνεταιρισμοί-σχέδια πόλης). Παράλληλα το ελληνικό κράτος όχι μόνο δεν επιδίωξε να επιλύσει τα ιδιοκτησιακά προβλήματα των δασών μας, αντίθετα έκλεινε τα μάτια για δεκαετίες επιτρέποντας σε λογής καταπατητές να επιβουλεύονται τη δημόσια γη (εκκλησία, μεγαλοτσιφλικάδες, εθνικοί ευεργέτες).
Σήμερα μετά την νεοφιλελεύθερη λαίλαπα που ενέσκηψε με αφορμή την κρίση χρέους της χώρας, κάθε νομική προστασία του περιβάλλοντος που παρέμενε ως φύλο συκής, καταρρέει. Παράλληλα η δημόσια γη παραδίδεται άνευ όρων στα τουριστικά-ενεργειακά-μεταλλευτικά συμφέροντα ενώ η νέα πολιτική ηγεσία, υπό υπουργό προερχόμενο από τους Οικολόγους Πράσινους τάζει νομιμοποίηση αυθαιρέτων και μέσα στα δάση.
Η μνημονιακή δασική νομοθεσία ουσιαστικά υπάρχει για να εξαιρεί από το συνταγματικό πλαίσιο προστασίας, εκτάσεις-φιλέτα για την ευρωπαϊκή και εγχώρια οικονομική ελίτ. Ότι συμβαίνει με την εργατική νομοθεσία που κατέληξε να είναι εργοδοτική νομοθεσία, έχει συμβεί και με το φυσικό μας περιβάλλον. Στα δάση μπορούν να αναπτυχθούν κάθε είδους επιχειρηματικές δραστηριότητες, με άλλοθι το δημόσιο συμφέρον που πλέον κατέληξε να είναι το επιχειρηματικό συμφέρον του καπιταλιστή που ως στυλοβάτη της οικονομίας, του χρωστάμε γιατί μας δίνει δουλειά.
Ο Υμηττός μέχρις στιγμής άντεξε από τις πρόσφατες πιέσεις: Συνοδικό Μέγαρο Χριστόδουλου, Ξενώνες Σακέτα, Επέκταση περιφερειακής Υμηττού. Κανείς όμως δεν εγγυάται ότι αυτά τα πλάνα δεν θα επανέλθουν με την ίδια ή άλλη μορφή. Ο μνημονιακός νόμος 4280, ο οποίος αποτελούσε προαπαιτούμενο για κάποια από τις θανατηφόρες για τον ελληνικό λαό δόσεις, μετά τη συμφωνία του καλοκαιριού του 2015, είναι δεσμευτικός για την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και κάθε τροποποίησή τους θα θεωρηθεί μονομερής ενέργεια από τους δανειστές. Πέραν τούτου, η κυβέρνηση οφείλει να τους θέσει άμεσα σε εφαρμογή εκδίδοντας τα σχετικά Π.Δ. και τις ΚΥΑ που εκκρεμούν και τα οποία σε κάθε περίπτωση πρέπει να τύχουν της έγκρισης των δανειστών. Η έγκριση από το ΣτΕ έπεται... όσο ακόμα απαιτείται.
· Ανατροπή μνημονιακών νόμων και κάθε άλλης -πελατειακής αντίληψης- απόπειρας νομοθετικής υποβάθμισης της προστασίας των δασών και του φυσικού περιβάλλοντος.
· Επαγρύπνηση και αντίσταση σε νέα φαραωνικά έργα αλλά και άλλα δήθεν οικολογικού προσήμου.
· Υπεράσπιση του δημόσιου-κοινωνικού χαρακτήρα των δασών και των κοινόχρηστων χώρων. Επίλυση ιδιοκτησιακών αμφισβητήσεων (Το Κτηματολόγιο που δήθεν είχε μεταξύ άλλων ως στόχο την προστασία της δημόσιας περιουσίας, ουσιαστικά έχει λειτουργήσει ως το πλυντήριο των καταπατητών).
____________________________
*Τα ιστορικά στοιχεία αντλήθηκαν από το άρθρο του Δασολόγου, Αντώνη Καπετάνιου: “Η Αθήνα, πράσινη πόλη; Το απατηλό όνειρο της πράσινης Αθήνας…” που δημοσιεύτηκε στον ιστότοπο dasarxeio.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου